φλάσκη

φλάσκη
φλάσκη, ,
A wine-flask, Isid.Etym.20.6.2; also [full] φλάσκων, ωνος, , a flagon, Hsch. s.v. ἀρυβάσσαλον, Tz.H.13.643:—[var] Dim. [full] φλασκίον, τό, Suid. s.v. πυτίνη, Sch.Od.2.349.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φλάσκη — η, Ν βλ. φλάσκα …   Dictionary of Greek

  • φλάσκα — η, ΝΑ, και φλάσκη Ν νεοελλ. δοχείο για κρασί ή νερό, το οποίο κατασκευάζεται από τον καρπό τού φυτού φλασκιά, αλλ. τσότρα αρχ. αγγείο για κρασί. [ΕΤΥΜΟΛ. < μτγν. λατ. flasca, ae / flasco, ōnis, λ. γερμανικής προέλευσης] …   Dictionary of Greek

  • φλασκί — το / φλασκίον, Ν ΜΑ, και φλάσκιον και φλασκεῑον Α [φλάσκη / φλάσκα] (υποκορ. τ.) μικρή φλάσκα …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Αιγίου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Αιγίου στεγάζεται στην αναπαλαιωμένη παλαιά δημοτική αγορά της πόλης (Αγίου Ανδρέου 3 & Μιχαλακοπούλου), που χτίστηκε το 1890, σε σχέδια του Ερνέστου Τσίλερ. Εγκαινιάστηκε το 1994, αλλά ανέστειλε τη λειτουργία του από το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”